- λαβόντων
- λαμβάνωaaor part act masc/neut gen plλαμβάνωaaor imperat act 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τάση — Στη μηχανική σημαίνει μια δύναμη εφελκυσμού: στη μηχανική των συνεχών συστημάτων, ο όρος χρησιμοποιείται με γενικότερη έννοια και υποδηλώνει τις εσωτερικές καταπονήσεις ενός συστήματος, που υπόκειται σε παραμορφώσεις, ειδικότερα ενός σύρματος ή… … Dictionary of Greek
ЕВСТАФИЙ РОМЕЙ — [Евстафий Магистр; греч. Εὐστάθιος ὁ ῾Ρωμαῖος] (70 е гг. X в. сер. XI в.), визант. юрист, судья, председатель имп. суда на ипподроме (ἐπ τοῦ ἱπποδρόμου) в К поле. В анонимной схолии к новелле имп. Василия II Болгаробойцы говорится, что Е. Р., сын … Православная энциклопедия